Never Judge a Book by its Cover…(ούτε μια εκδήλωση από τις προσδοκίες που δημιουργεί)


Το απόφθεγμα αυτό ταιριάζει σίγουρα σε πολλές καταστάσεις της ζωής, σε ανθρώπους που συναναστρεφόμαστε, σε επιλογές που κάνουμε, στους ίδιους μας τους εαυτούς όταν νιώθουμε ότι κλειστά μυαλά και άτομα γεμάτα ιδεοληψίες μας απορρίπτουν γιατί δεν ταιριάζουμε στο κοσμοείδωλο που αυτά έχουν χτίσει ή που κάποιοι τους έχουν «προγραμματίσει» να αποδέχονται (το αστείο της υπόθεσης είναι ότι αυτά τα άτομα είναι που στις μέρες μας αυτοπαρουσιάζονται συνήθως ως προοδευτικά και φορείς των ιδεών του ανθρωπισμού). Θα μπορούσε όμως κάλλιστα να είναι και ο υπότιτλος της παρουσίασης των νέων βιβλίων των εκδόσεων Ars Nocturna την προηγούμενη Τετάρτη, 16 Ιουνίου, στο Καφέ-Βιβλιοπωλείο Έναστρον.

Η εκδήλωση ήταν πολλά υποσχόμενη με την πρώτη ματιά. Η προώθησή της είχε ξεκινήσει πάνω από ένα μήνα πριν μέσω των ιστοτόπων κοινωνικής δικτύωσης και η φαινομενική ανταπόκριση του κόσμου ήταν καλή. Η αναβολή της, λόγω των συνεχιζόμενων απεργιών των ΜΜΜ, μόνο πιο αναμενόμενη θα μπορούσε να την κάνει. Ο χώρος ήταν ένας από τους καλύτερους που θα μπορούσαν να επιλεγούν, μια πραγματικά διαφορετική πρόταση στο κέντρο της Αθήνας, όαση χαλάρωσης μέσα στο συνονθύλευμα των πολύβουων φοιτητικών trendy-καφετεριών της περιοχής. Τα δύο προς παρουσίαση πονήματα, ΓΟΤΘΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ από ΒΙΚΤΟΡΙΑΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ και ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ ενός ΑΡΧΑΙΟΔΙΦΗ, αμφότερα μεταφρασμένες συλλογές διηγημάτων του φανταστικού, της ατμοσφαιρικής βικτοριανής εποχής, οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι θα παρακολουθούσαμε μια εξαιρετική συζήτηση για την περίοδο, το υπόβαθρο και τα κίνητρα των συγγραφέων της και γενικά για τα κίνητρα πίσω από την ενασχόληση με το Φανταστικό.

Τα πράγματα όμως δεν εξελίχθηκαν βάσει των προσδοκιών και το ερώτημα που προκύπτει είναι… τί πήγε λάθος;

Κατά κύριο λόγο η προσέλευση του κόσμου. Για μια τέτοια εκδήλωση που προωθήθηκε τόσο καλά, ο αριθμός των συνολικά 17 ατόμων που παρευρέθηκαν δεν είναι απλά απογοητευτικός, αλλά ανησυχητικός, αν λάβουμε και υπόψη μας ότι σε γνωστό site κοινωνικής δικτύωσης είχαν δηλώσει ότι θα παρευρεθούν σίγουρα 245 άνθρωποι και άλλοι 800 ότι ίσως έρθουν. Το ερώτημα για το αν η άνοδος της φανταστικής λογοτεχνίας, που έλαβε χώρα στην Ελλάδα από το 2000 κι έπειτα, έχει γερές βάσεις ή αποτελεί μια πομφόλυγα που με το πέρασμα του καιρού ξεφουσκώνει, είναι σίγουρα κάτι από τα όσα θα μας αφήσει η εκδήλωση της Τετάρτης.

Κι αυτό είναι το σημείο που αναδεικνύει τις ευθύνες των ανθρώπων που συγκροτούμε την ελληνική κοινότητα του Φανταστικού και πρωτίστως των εκδοτών. Ο κάθε σοβαρός αναγνώστης γνωρίζει (κι εμείς ως Λέσχη έχουμε κάνει ό,τι μπορούμε για να ενημερώσουμε το αναγνωστικό μας κοινό) ότι η λογοτεχνία του φανταστικού δεν φύτρωσε ξαφνικά στον 20ο αιώνα, αλλά διαθέτει πλούσιο ιστορικό παρελθόν, το οποίο και προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο που την αντιμετωπίζει ο σύγχρονος πνευματικός κόσμος. Οι ηγεμονικές ομάδες της σημερινής ελλαδικής πνευματικής ελίτ το γνωρίζουν πολύ καλά αυτό. Το ζήτημα είναι αν το γνωρίζουμε κι εμείς οι αναγνώστες της, και αν έχουμε το θάρρος να το αναδείξουμε, αφήνοντας πίσω τις προκαταλήψεις μας.

Και ποιά θα ήταν μια καλή ευκαιρία να αναδείξουμε μέσω διαλόγου το υπόβαθρο της λογοτεχνίας του φανταστικού, αν όχι μια εκδήλωση την οποία θα είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν κάποιοι αναγνώστες της; Το επιτυχημένο παράδειγμα της περσινής εκδήλωσης της Λέσχης μας στο βιβλιοπωλείο «Ιανός», όταν μετά τις ομιλίες ακολούθησε συζήτηση μίας ώρας πάνω σε αυτό το ζήτημα, που παρακολούθησαν με ενδιαφέρον περισσότερα από 80 άτομα, δεν θα μπορούσε παρά να γυρίσει στο νου μου. Ωστόσο, στην εκδήλωση των εκδόσεων Ars Νocturna ο κόσμος ήταν πραγματικά λίγος κι αυτό, πέρα από το γενικότερο προβληματισμό σχετικά με το αναγνωστικό κοινό της φανταστικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα, θα πρέπει να απασχολήσει για επιπλέον λόγους τους διοργανωτές.

Κατά τα τελευταία χρόνια, όταν και ξεκίνησαν να δραστηριοποιούνται σύλλογοι και νέοι εκδοτικοί οίκοι στα πλαίσια της ελληνικής κοινότητας του Φανταστικού, η Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ δήλωσε εξ αρχής ότι θέλει τις αίθουσες που φιλοξενούν εκδηλώσεις του «χώρου μας» να σφύζουν (αν όχι από κόσμο, τουλάχιστον σίγουρα) από νεανική ορμή. Από φωνές και υπάρξεις ανθρώπων που αναζητούν απολαυστικά λογοτεχνικά αναγνώσματα και έργα ποιοτικής αισθητικής, μέσα σε έναν κόσμο χαοτικού μεταμοντέρνου σχετικισμού. Στην πορεία, ο καθένας έκανε τις επιλογές του. Όσοι φορείς προτίμησαν να συμπορευτούν με ανίκανους δημιουργικά και ανάξιους εμπιστοσύνης ανθρώπους, που δραστηριοποιούνται αφανώς μέσω πληκτρολογίων και τηλεφώνων, έχοντας ως σκοπό την αυτό-ανάδειξη και όχι την ενδυνάμωση του φανταστικού στην Ελλάδα, ίσως έχουν αρχίσει πια να αντιλαμβάνονται τις συνέπειες και να παίρνουν αυτό που τους αξίζει.

Κάπου εδώ θα κλείσω αυτή την παρένθεση και θα επιστρέψω στα της εκδήλωσης, εκεί όπου οι ομιλητές Ευαγγελία Κουλιζάκη και Διονύσης Παπαδόπουλος, παρά τις όποιες φιλότιμες προσπάθειες, δεν κατάφεραν να δώσουν μια πνοή ζωντάνιας στην παρουσίασή τους. Κάτι ο λίγος κόσμος, κάτι η επιλογή των ομιλητών να επαναλαμβάνουν φράσεις κλισέ και να μπλέκουν κομμάτια των κειμένων με τα όσα ήθελαν οι ίδιοι να πουν γι’ αυτά (πράγμα που τους έκανε να χάνουν το ρυθμό τους), από κάποια στιγμή και μετά η παρουσίαση έδινε την εντύπωση της διεκπεραίωσης μιας υποχρέωσης, χωρίς πραγματικό ενδιαφέρον για το θέμα της. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της δεύτερης ομιλίας άρχισε να ακούγεται ένας επαναλαμβανόμενος βόμβος από το μικρό κοινό, που ουσιαστικά ωθούσε τον ομιλητή να ολοκληρώσει. Ενδεικτικό της όλης κατάστασης ήταν πως όταν τελικά ο ομιλητής ολοκλήρωσε, αναγκάστηκε να το …ανακοινώσει, γιατί απλά κανείς δεν το είχε καταλάβει! Πριν προχωρήσω, θα υπενθυμίσω στον κάθε αναγνώστη ότι οι παρατηρήσεις μου βασίζονται σε γεγονότα που έγιναν αντιληπτά από όλους τους παριστάμενους και όχι σε προσωπικές, ατεκμηρίωτες, γενικόλογες εκτιμήσεις του τύπου «ο τάδε ομιλητής δεν μου άρεσε» ή «βαρέθηκα».

Οι δύο ταινίες μικρού μήκους που προβλήθηκαν ήταν ίσως το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της βραδιάς. Ειδικά η πρώτη, η ταινία με μαριονέτες “The Phantom Coach” (που ήταν βασισμένη σε διήγημα της Amelia Edwards) εξελισσόταν μέσα σε ένα πολύ ατμοσφαιρικό, ομιχλώδες και απόκοσμο τοπίο και είχε την τύχη να διαθέτει έναν εξαιρετικό αφηγητή, μια φωνή δυνατή, βραχνή και ταυτόχρονα οικεία, που ταξίδευε το θεατή. Η δεύτερη, “Whistle and I’ll come to you”, που βασίστηκε σε διήγημα του M.R. James, ενώ είχε το πολύ ενδιαφέρον θέμα της αλαζονείας του διανοουμένου που χλευάζει όσα δεν μπορεί να αγγίζει με την ψυχρή λογική μέχρι που αυτά εμφανίζονται μπροστά του, έπασχε από κακή σκηνοθεσία και πολύ αργό ρυθμό, σε σημείο που δεν μπορούσε να κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή μέχρι την ομολογουμένως εμπνευσμένη τελευταία σκηνή.

Στο τέλος, η απέλπιδα προσπάθεια να ξεκινήσει μια συζήτηση πάνω σε θέματα του Φανταστικού και ειδικότερα στο ζήτημα των φαντασμάτων-πνευμάτων απέτυχε. Οι εκκλήσεις των διοργανωτών για ερωτήσεις υπήρξαν μάταιες, μέχρι που έλαβαν χώρα κάποιες γενικόλογες τοποθετήσεις πάνω στη φύση του Φανταστικού και η εκδήλωση ολοκληρώθηκε. Ωστόσο, οφείλω να επισημάνω ότι οι διοργανωτές με τη στάση τους έδειξαν ότι όντως ήθελαν να γίνει μια συζήτηση πάνω στη θεματολογία της λογοτεχνίας του φανταστικού. Αυτό καταδεικνύει ότι (σε αντίθεση με κάποιους άλλους) έχουν αντιληφθεί τη σημασία που έχει η ανάδειξη του θεωρητικού της υπόβαθρου. Και αυτό είναι αρκετό για να τους απονείμει κανείς τα εύσημα, έστω για την πρόθεσή τους. Απλά, το πρόβλημα είναι ότι δεν τα κατάφεραν. Και όπως αναφέραμε πιο πριν, για να τα καταφέρει κανείς σε αυτή την προσπάθεια, χρειάζεται πρώτον να έχει το θάρρος να δει τα πράγματα πέρα από τις προσωπικές του ιδεοληψίες και δεύτερον να δημιουργήσει τους κατάλληλους «κύκλους σκέψης και διαλόγου».

Γυρίζοντας πίσω στο χρόνο, φέρνω στο νου την εξαιρετική περσινή εκδήλωση της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ στον ΙΑΝΟ για τον William Morris. Κοιτάζω στο χτες και βλέπω το party της Λέσχης με τη ζωντανή εμφάνιση των Axial Age. Ουσία, ποιότητα, νεανική πνοή και μεγάλη προσέλευση κόσμου. Αυτά ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά και των δυο εκδηλώσεων, που πραγματικά εύχομαι να τα αποκτήσουν και ορισμένοι ακόμη από τους φορείς του «χώρου» μας, οι οποίοι παρουσιάζουν καλά σημάδια στις προσπάθειές τους. Οι διοργανωτές της συγκεκριμένης εκδήλωσης φαίνεται ότι ανήκουν σε αυτούς.

Εκείνο πάντως που αποδεικνύεται με βεβαιότητα είναι πως ο χρόνος τελικά αποτελεί τον καλύτερο κριτή. Κάθε μέρα που περνά αναδεικνύει την αληθινή ελληνική κοινότητα του Φανταστικού, που πολεμά για να Το βγάλει από την αφάνεια και να γκρεμίσει τα τείχη που τεχνηέντως έχουν υψώσει γύρω του εκείνοι που φοβούνται τον καθαρό και ρωμαλέο νέο κόσμο που ανατέλλει.

Southman, μέλος Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ.

  • Σχόλια σε αυτήν την ανάρτηση :
Ο/Η Skull είπε...
Τα τα θες ρε ξανθέ! Έτσι όπως πάνε τα πράγματα με τις κρίσεις και τα συναφή, αν μείνουμε αυτοί που είμαστε σήμερα στο φανταστικό θα είναι ευχάριστο. Που να βρει διάθεση, χρόνο και λεφτά ο κόσμος για διάβασμα. Ειδικά, αν δεν είναι μυημένος.
Τετάρτη, 30 Ιούνιος, 2010

Ο/Η Psycho είπε...
Είναι σίγουρα πολλοί οι παράγοντες που σχετίζονται με την υπανάπτυξη της φανταστικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα. Έναν από αυτούς αποτελεί και η σαβούρα που έχει μαζευτεί στην ελληνική της κοινότητα.

Πως να αναπτυχθεί η καημενούλα η φ. λογοτεχνία; Με τους άχρηστους, "τηλεφωνητές" που θέλουν να γίνουν αναγνωρισμένοι λογοτέχνες; Με τους εκδότες που δεν την υποστηρίζουν; Με όσους από αυτούς την υποστηρίζουν (λέμε τώρα) να κινούνται στα όρια μεταξύ σοβαρού και αστείου;Και τι να σου κάνει μια ΦΛΕΦΑΛΟ, με μερικούς ακόμη φίλους; Είμαστε μόνοι. Μαζεύουμε κόσμο στη Λέσχη μεν, αλλά ως συλλογική προσπάθεια νιώθω ότι είμαστε πολύ μόνοι, όταν γύρω μας υπάρχουν τόσα "σαπάκια".
Σάββατο, 03 Ιούλιος, 2010

Ο/Η Σταμάτης Μαμούτος είπε...
Συμπολεμιστές, η μοναξιά είναι γνώρισμα των ηρώων.
Το ίδιο και η χαρά του αγώνα.
Κυριακή, 04 Ιούλιος, 2010

Ο/Η Γιώργος Doomsword είπε...
Παιδιά, σαν κι εσάς δεν υπάρχει κανείς, ούτε στο φανταστικό, ούτε στις γελοίες φράξιες των πανεπιστημιών.Δεν χρειάζονται πολλοί. Η δική σας εξαιρετική ποιότητα αρκεί για τη δημιουργία μιας πνευματικής αντεπίθεσης.
Κυριακή, 04 Ιούλιος, 2010